Στο παρελθόν, πολλοί ήταν οι γλωσσολόγοι (όπως ο Skinner, ο McNamara, ο Chomsky, ο Piaget, ο Hymes και δεκάδες άλλοι), που ασχολήθηκαν με την γλώσσική ανάπτυξη γενικότερα και με την ερμηνεία της ειδικότερα. Θεωρούσαν ότι αποτελεί <<κλειδί>> τόσο για την ίδια τη γλωσσολογία όσο και για έναν άλλο κλάδο της επιστήμης,αυτόν της ψυχολογίας.

Μόνο τρεις όμως γλωσσολόγοι (οι γνωστοί σε όλους μας Νoam Chomsky, o Skinner καθώς και ο Jean Piaget), κατάφεραν με τις θεωρίες τους να <<ξεμακρύνουν>> από τους άλλους, παρουσιάζοντας ιδέες και υποθέσεις που προκαλούν εντύπωση μέχρι και σήμερα.

Ακολουθούν λίγες πληροφορίες ,για τους σπουδαίους γλωσσολόγους, Noam Chomsky, Jean Piaget καθώς και για τον Bf Skinner.



Noam Chomsky
Ήταν ιδρυτής της Γενετικής Μετασχηματικής Γραμματικής. Γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια της Πενσυλβάνια των Η.Π.Α. το 1928 και θεωρείται ο πιο σημαντικός θεωρητικός γλωσσολόγος του εικοστού αιώνα. Ο ίδιος, κατάφερε όχι μόνο να αναδείξει τη σπουδαιότητα της μελέτης της γλώσσας αυτής καθ' αυτής, αλλά προχώρησε ακόμη περισσότερο, αποδεικνύοντας ότι η κατανόηση της ανθρώπινης γλώσσας συμβάλλει κατά πολύ στην κατανόηση της ανθρώπινης φύσης.
Γι΄ αυτό, οι θέσεις του προκάλεσαν επανάσταση, όχι μόνο στο χώρο της γλωσσολογίας, αλλά και γενικότερα σε όλους τους ανθρωπιστικούς κλάδους, ιδιαίτερα σ΄ αυτούς της ψυχολογίας και της φιλοσοφίας.(Νέα Ακρόπολη,πολιτιστικός φιλοσοφικός οργανισμός)


Jean Piaget
Ο Jean Piaget γεννήθηκε στην Ελβετία στις 9 Αυγούστου 1896. Ο πατέρας του, Arthur Piaget, ήταν καθηγητής της μεσαιωνικής λογοτεχνίας, με ένα ενδιαφέρον για την τοπική ιστορία. Η μητέρα του, Ρεμπέκα Τζάκσον, ήταν ευφυής και ενεργητική με ιδιαίτερες κλήσεις στις γλωσσολογικές αναζητήσεις,κάτι που ίσως να ώθησε τον μικρό τότε Piaget,σε παρόμοιες δραστηριότητες.(Νέα Ακρόπολη,πολιτιστικός φιλοσοφικός οργανισμός)


Bf Skinner


O Bf Skinner ήταν Αμερικανός ψυχολόγος.Γεννήθηκε το 1904 στην Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής,όπου και πέρασε ολόκληρη τη ζωή του στον τόπο αυτό.Για τον ενδοοικογενειακό βίο του γνωρίζουμε μόνο ότι ο πατέρας του ήταν δικηγόρος, και η μητέρα του μια ισχυρή και έξυπνη νοικοκυρά. Απεβίωσε το 1990 αφήνοντας πίσω του ένα πλούτο γλωσσικής κληρονομίας που αναγνωρίζεται ακόμη και σήμερα.(Νέα Ακρόπολη,πολιτιστικός φιλοσοφικός οργανισμός)





-H υπόθεση του Noam Chomsky


Γενικότερα, ο Chomsky υποστήριξε ότι οι προτάσεις που ακούει κάθε παιδί δεν είναι τέλεια γραμματικά δείγματα που μπορούν να λειτουργήσουν ως πρότυπα απομνημόνευσης, εφόσον η καθημερινή ομιλία είναι γεμάτη κομπιάσματα,επαναλήψεις και μισοτελειωμένες προτάσεις. (Δ.Κατή) 


Η σημαντική υπόθεση του Chomsky ήταν ο λεγόμενος Μηχανισμός Κατάκτησης της Γλώσσας, η εγγενής γνώση κάθε παιδιού -που ξεκινά να μάθει μια συγκεκριμένη γλώσσα- για τη μορφή των ανθρωπίνων γλωσσών ενγένει. Η ιδέα ότι είναι απόλυτα αναγκαίο να υποθέσουμε μια προδεδομένη γνώση για τη γλώσσα απορρέει από την πίστη του Chomsky ότι η γλώσσα είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο γνωστικό σύστημα, το οποίο δεν είναι δυνατό να μαθευτεί με βάση τις αρχές του εμπειριοκρατισμού -συνειρμική μάθηση και επαγωγική δόμηση- ιδιαίτερα εάν πάρουμε υπόψη το περιορισμένο χρονικό διάστημα και την έλλειψη συστηματικής διδασκαλίας. Μόνο μια εγγενής γνώση για τη δομή των ανθρώπινων γλωσσών ενγένει μπορεί να οδηγήσει το παιδί στη γρήγορη ανακάλυψη του συγκεκριμένου συστήματος της μητρικής γλώσσας. Αυτή η εγγενής γνώση είναι, σε τελική ανάλυση, και μια θεωρία της ανθρώπινης γλώσσας ή των καθολικών της χαρακτηριστικών, δηλαδή των πιθανών ομοιοτήτων και διαφορών ανάμεσα στις γλώσσες του κόσμου.(REVIEW OF B.F.SKINNER'S VERBAL BEHAVIOR BY NOAM CHOMSKY).



- H υπόθεση του Jean Piaget


O Piaget λοιπόν υποστηρίζει, -σε αντίθεση- με τον Chomsky, ότι το παιδί μαθαίνει τη γλώσσα όχι επειδή ενισχύεται θετικά ή αρνητικά από το γλωσσικό περιβάλλον (εμπειριοκρατικό μοντέλο), ούτε διότι έχει έμφυτη μονάχα τη συντακτική δομή της γλώσσας (γενετικό-βιολογικό μοντέλο), αλλά επειδή διαθέτει γενικότερες μη γλωσσικές εσωτερικοποιημένες αναπαραστάσεις, οι οποίες δημιουργούνται πριν από τη γλωσσική ανάπτυξη και υποστηρίζουν την εσωτερικοποίηση της γλώσσας και της μάθησής της.Το παιδί στο πρώτο έτος της ζωής του (προγλωσσικό στάδιο), πριν ακόμη αρχίσει να κατανοεί και να μιλά τη γλώσσα του περιβάλλοντός του, γνωρίζει (μαθαίνει) τον κόσμο. Κατά συνέπεια, η απόκτηση της γλώσσας συντελείται ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης γενικότερων γνωστικών ικανοτήτων που έχουν προηγηθεί. Για την ανάπτυξη του σημασιολογικού συστήματος και της συντακτικής δομής της γλώσσας απαιτούνται δύο βασικές προϋποθέσεις. Πρώτον, η κατάκτηση της έννοιας της μονιμότητας (ύπαρξης) των αντικειμένων και των χαρακτηριστικών τους, ακόμη και όταν αυτά δεν είναι παρόντα και δεδομένα στις αισθήσεις, η οποία είναι απαραίτητη για τη δυνατότητα σύνδεσης κάθε λέξης με την έννοια ή τις έννοιές της. Δεύτερον, η απόκτηση της γνώσης ότι οι λέξεις αναφέρονται και αντιπροσωπεύουν αντικείμενα, πρόσωπα, γεγονότα κ.ο.κ. του γύρω κόσμου (συμβολικός χαρακτήρας της γλώσσας). (Piaget, J. (1928). Η σύλληψη του κόσμου από το παιδί)



- H υπόθεση του Bf Skinner

Η πιο γνωστή θεωρία που ανέπτυξε ο Bf Skinner ήταν η μπιχεβιοριστική θεωρία.
H μπιχεβιοριστική θεωρία λοιπόν (συμπεριφορισμός) του Skinner (1957), βασίστηκε στα πειράματα ζώων. Σε αυτά τα πειράματα έχει αποδειχθεί ότι τόσο η ανακλαστική όσο και η συντελεστική συμπεριφορά, κατ' επέκταση και η γλώσσα, μπορούν να αποκτηθούν και να τροποποιηθούν με τη μάθηση σε ελεγχόμενο περιβάλλον υπό ελεγχόμενες καθορισμένες συνθήκες και με την εφαρμογή θετικής ή αρνητικής ανάδρασης. 'Ετσι, το παιδί μαθαίνει τη γλώσσα όπως τα πειραματόζωα στο "κλουβί του Skinner", αντιδρώντας στα εξωτερικά ερεθίσματα που δέχεται από το γλωσσικό περιβάλλον.Για παράδειγμα, η εκμάθηση της λέξης γάλα ξεκινά από τη διαπίστωση ότι η θέα του γάλακτος προκαλεί ευχάριστες αντιδράσεις στο πεινασμένο παιδί, όπως ευχαρίστηση, χαμόγελο, έκκριση σάλιου, προσπάθειες να πιάσει το ποτήρι με το γάλα κ.ο.κ. Οι αντιδράσεις αυτές εμφανίζονται όταν το ερέθισμα έχει σχέση με την τροφή. Το παιδί, επομένως, μαθαίνει τη λέξη γάλα όταν στο άκουσμα της την κατανοεί και αντιδρά με τον ίδιο τρόπο όπως στη θέα του γάλακτος. Σύμφωνα με την μπιχεβιοριστική θεωρία, η μάθηση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με το σχηματισμό μιας συνεξάρτησης ανάμεσα στο άσχετο ακουστικό ερέθισμα της λέξης γάλα και στις ευχάριστες ανακλαστικές αντιδράσεις του παιδιού. Για να πραγματοποιηθεί αυτή, θα πρέπει κάθε φορά που η μητέρα παρουσιάζει το γάλα (=ανεξάρτητο ερέθισμα) να εκφωνεί τη λέξη γάλα (εξαρτόν ερέθισμα), οπότε το παιδί θα αντιδρά με τον ίδιο φυσιολογικό τρόπο, δηλαδή τις ευχάριστες ανακλαστικές αντιδράσεις. 'Οταν αυτό επαναληφθεί πολλές φορές, τότε σχηματίζεται η επιδιωκόμενη συνεξάρτηση του ακουστικού ερεθίσματος (της λέξης γάλα, που στην προκειμένη περίπτωση αποκαλείται εξαρτημένο ερέθισμα) και των ανακλαστικών αντιδράσεων (που τώρα ονομάζονται εξαρτημένες αντιδράσεις). 'Ετσι, η ακουστική παράσταση της λέξης υποκαθιστά την οπτική παράσταση. Η μάθηση αυτού του είδους βασίζεται στη μέθοδο της κλασικής υποκατάστασης.


'Ενα άλλο παράδειγμα αποτελεί η εκμάθηση της λέξης μπάλα. Για να μάθει το παιδί να την προφέρει σωστά, θα πρέπει κάθε φορά που αρθρώνει ένα ακουστικό σύνολο το οποίο ακουστικά μοιάζει με τη λέξη μπάλα, να δέχεται τη γλωσσική ενίσχυση του γονέα, ο οποίος επιβάλλεται να του απευθύνει το λόγο με προτάσεις του τύπου: Θέλεις την μπάλα; Αυτή είναι μια όμορφη μπάλα κ.ο.κ. Με αυτό τον τρόπο η αυθόρμητη γλωσσική αντίδραση του παιδιού [ba] (ανεξάρτητη αντίδραση) ενισχύεται προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση και διαμορφώνεται κατάλληλα, έως τη στιγμή που η γλωσσική αντίδραση [ba] αρθρωθεί ορθά ως [bala], προσδιορίζοντας το συγκεκριμένο αντικείμενο στο οποίο αναφέρεται. Ο τρόπος αυτός, σύμφωνα με τον οποίο το παιδί μαθαίνει να διαμορφώνει τη φωνολογική παραγωγή του με βάση τις ακουστικά ορθές λέξεις, βασίζεται στη συντελεστική υποκατάσταση. ( Δ. Κατή & εφημερίδα το ΄΄ΒΗΜΑ΄΄)


Κλείνοντας θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι οι παραπάνω γλωσσολόγοι είχαν μια κοινή βάση για ένα θέμα.Πίστευαν δηλαδή ότι το παιδί είναι αναγκαίο να αναπτύξει την ομιλία του, ώστε να κοινωνικοποιηθεί και να ενταχθεί όσο το δυνατό γρηγορότερα στο κοινωνικό σύνολο.Μόνο έτσι θα μπορέσει να εκφράσει τις επιθυμίες του και τις ανάγκες του, τους φόβους του, τους πόνους και τα συναισθήματα του και να ολοκληρωθεί γενικότερα ως προσωπικότητα.

Νταντάμης Δημήτριος